Links Επικοινωνία
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
SOS - LIVE EARTH
ΣΤΟΧΟΙ ΤΗΣ ΧΙΛΙΕΤΙΑΣ ΤΟΥ ΟΗΕ
GLOBAL PROGRESSIVE FORUM
UNICEF
UNAIDS
ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΑΜΝΗΣΤΙΑΣ
AIDS CAMPAIGN GPF
 

 

   
 
άρθρα

"Κέρκυρα & UNESCO": Μια σχέση Οφελών, Υποχρεώσεων και Δεσμεύεων" - Άρθρο της Αντζελας Γκερέκου

"Η Κέρκυρα, ως ένα τέτοιο πολιτιστικό σύνολο, αποτελεί έναν από τους δημοφιλέστερους τουριστικούς προορισμούς, αποδεικνύοντας εμπράκτως πως προσελκύει το ενδιαφέρον επισκεπτών από κάθε γωνιά του πλανήτη. Η διάσωση και η διατήρηση αυτής της μοναδικότητας, για να περάσει άθικτη στις επόμενες γενεές, απαιτεί την ένταξη της σε ένα οργανωμένο δίκτυο προστασίας και αξιοποίησης της - το οποίο όμως διέπεται από συγκεκριμένο πλαίσιο κριτηρίων και προϋποθέσεων, όπως αυτά σαφώς προσδιορίζονται από τον διεθνή οργανισμό της UNESCO, για την ένταξη ενός μνημείου ή μιας περιοχής στον κατάλογο των Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς" αναφέρει μεταξύ άλλων σε άρθρο της η Βουλευτής Κέρκυρας ΠΑΣΟΚ Αντζελα Γκερέκου.

4/1/2007

 

Κέρκυρα & UNESCO:  Μια σχέση Οφελών, Υποχρεώσεων και Δεσμεύσεων

Η προσπάθεια που ξεκίνησε πριν κάποια χρόνια από φορείς της Κέρκυρας για την ένταξη της παλαιάς πόλης, στα μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO, βρίσκεται σήμερα στην τελική της ευθεία. Στην προσπάθεια αυτή υπάρχουν πολλοί υποστηρικτές αλλά υπάρχουν και εκείνοι οι οποίοι εκφράζουν ενστάσεις αναφορικά με την αναγκαιότητα αλλά και τα οφέλη που μπορούν να προκύψουν για την πόλη, τους κατοίκους και τους επισκέπτες της. Εκτός αυτού, είναι αρκετοί επίσης εκείνοι οι οποίοι ενδεχομένως δεν έχουν αντιληφθεί πως πραγματικά «μεταφράζεται» αυτή η ένταξη για την ιστορία, τον πολιτισμό, την καθημερινότητα των κατοίκων αλλά και για το παρόν και το μέλλον της Κέρκυρας.

Πρόκειται για ένα μεγαλεπήβολο στόχο, ο οποίος ωστόσο πρέπει να τύχει ιδιαίτερα προσεκτικής προσέγγισης, καθώς δεν χαρακτηρίζεται μόνο από οφέλη, αλλά συνοδεύεται και από πολύ σοβαρές υποχρεώσεις και δεσμεύσεις, εκ μέρους των φορέων της Κέρκυρας και των κατοίκων της.

Ας δούμε όμως ποια είναι εκείνα τα στοιχεία, που δικαιολογούν την επιδίωξη της επίτευξης του στόχου αυτού, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις αυστηρές και σαφείς προϋποθέσεις που θέτει η ίδια η UNESCO.

Αναγκαιότητα Ένταξης

Η παλαιά πόλη της Κέρκυρας, εκτείνεται σε 70 εκτάρια και αποτελεί ένα μοναδικό πολιτιστικό σύνολο, το οποίο διακρίνεται για την υψηλή του αισθητική. Το σύνολο αυτό αναπτύχθηκε διαχρονικά, μέσα από το πέρασμα των αιώνων. Το ιδιαίτερο φυσικό κάλος, αλλά κυρίως η γεωπολιτική θέση της Κέρκυρας συντέλεσαν σε αυτό το γεγονός, καθώς το νησί αποτελούσε τον ενδιάμεσο σταθμό μεταξύ Ανατολής και Δύσης, επιτρέποντας σε διαφορετικούς πολιτισμούς να επιδράσουν εξελικτικά στην σημερινή του εικόνα. Οι επιδράσεις αυτές, αποτυπώνονται τόσο στην αρχιτεκτονική της φυσιογνωμία και υποδομή, όσο και στην κοινωνική και πνευματική φυσιογνωμία της Κέρκυρας. Η πορεία αυτή, κατέστησε την παλαιά πόλη ως ένα μοναδικό μνημείο, στο οποίο περικλείεται αφθονία πληροφοριών για τις ανθρώπινες δραστηριότητες, από την παλαιολιθική περίοδο έως και σήμερα. Σε όλη αυτή την περίοδο, διαφορετικοί πολιτισμοί διαμόρφωσαν μια ιδιαίτερη πολιτισμική σύνθεση όπως αυτή παρουσιάζεται σε όλα τα επίπεδα, με αποτέλεσμα την σημερινή μορφή του «ιστορικού κέντρου» της Κέρκυρας.

Η Κέρκυρα, ως ένα τέτοιο πολιτιστικό σύνολο, αποτελεί έναν από τους δημοφιλέστερους τουριστικούς προορισμούς, αποδεικνύοντας εμπράκτως πως προσελκύει το ενδιαφέρον επισκεπτών από κάθε γωνιά του πλανήτη. Η διάσωση και η διατήρηση αυτής της μοναδικότητας, για να περάσει άθικτη στις επόμενες γενεές, απαιτεί την ένταξη της σε ένα οργανωμένο δίκτυο προστασίας και αξιοποίησης της - το οποίο όμως διέπεται από συγκεκριμένο πλαίσιο κριτηρίων και προϋποθέσεων, όπως αυτά σαφώς προσδιορίζονται από τον διεθνή οργανισμό της UNESCO, για την ένταξη ενός μνημείου ή μιας περιοχής στον κατάλογο των «Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς».

Η παλαιά πόλη της Κέρκυρας, αποτελεί την μοναδική Ελληνική ιστορική πόλη που διατηρείται ουσιαστικά αναλλοίωτη μέχρι σήμερα, διατυπώνοντας με αυθεντικότητα στον χώρο την ιδιαίτερη ιστορική συγκυρία που τη διαμόρφωσε. Οι πολιτιστικές αξίες αυτού του μνημειακού χώρου, έχουν αναγνωριστεί από την Ελληνική Πολιτεία και προστατεύονται με τον χαρακτηρισμό του «ιστορικού διατηρητέου μνημείου» βάσει Υπουργικής Απόφασης του 1980 του Υπουργείου Πολιτισμού, ενώ παράλληλα εφαρμόζεται μια θεσμοθετημένη πολιτική προστασίας.

Η ένταξη στον κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς, προσδίδει μια διεθνή αναγνώριση σε αυτές τις αξίες και συγκεντρώνει ένα διευρυμένο, σε διεθνές επίπεδο, ενδιαφέρον για την πόλη. Ωστόσο για να κληροδοτηθεί ακέραια η πολιτιστική κληρονομιά στις επόμενες γενιές, να αναδειχθεί ο ενυπάρχοντας αρχιτεκτονικός πλούτος, οι οχυρώσεις, η ιδιαίτερη δομή της πόλης και το φυσικό περιβάλλον του Μνημείου, δεν αρκεί να διατηρείται μόνο, αλλά και να επιβεβαιώνεται διαρκώς. Η ένταξη της στην UNESCO θα εξασφαλίσει αυτή την επιβεβαίωση, αλλά και την ένταση των προσπαθειών σε θέματα προστασίας και διατήρησης, ενώ θα περιορίσει καθοριστικά αυθαίρετες επιλογές εκσυγχρονισμού και παρεμβάσεις, οι οποίες κρίνονται επικίνδυνες και ασύμβατες με τον ιδιαίτερο μνημειακό της χαρακτήρα.

Για την υλοποίηση αυτού του στόχου, απαιτείται η εφαρμογή ενός πλήρους Σχεδίου Διαχείρισης του μνημείου στο σύνολο του, το οποίο καλείται να επιλύσει ένα (ομολογουμένως δύσκολο και απαιτητικό) πρόβλημα ισορροπίας. Από τη μία πλευρά οφείλει να προστατεύει το Μνημείο και τις μοναδικές του αξίες, να αναδεικνύει τα ιδιαίτερα στοιχεία του χαρακτήρα του, να αποκαθιστά τα στοιχεία εκείνα που έχουν χαθεί ή αλλοιωθεί και να προάγει τη γνώση, τη σχετική με τις αξίες του Μνημείου, μέσω της έρευνας και της εκπαίδευσης. Από την άλλη πλευρά, οφείλει να εξασφαλίζει στους χρήστες του τις προϋποθέσεις για μια σύγχρονη ποιότητα ζωής, να βελτιώνει τις υφιστάμενες συνθήκες, να βελτιώνει υποδομές, να δίνει ευκαιρίες για ανάπτυξη και επενδύσεις, να τονώνει και να ενισχύει την τοπική οικονομία και να βρίσκει λύσεις για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη και πρόοδο της πόλης και των κατοίκων της.

Η ανάγκη λοιπόν για Προστασία και Ανάπτυξη είναι δύο κυρίαρχα ζητούμενα, για την διατήρηση του Μνημείου και την επιβίωση της πόλης.

Για την επίτευξη αυτών των στόχων, αλλά και για την διασφάλιση της εφαρμογής τους, προϋποτίθεται η εφαρμογή συγκεκριμένων βραχυπρόθεσμων και μεσοπρόθεσμων δράσεων - τόσο για το μνημείο όσο και για την

Κέρκυρα & UNESCO:  Μια σχέση Οφελών, Υποχρεώσεων και Δεσμεύσεων

Η προσπάθεια που ξεκίνησε πριν κάποια χρόνια από φορείς της Κέρκυρας για την ένταξη της παλαιάς πόλης, στα μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO, βρίσκεται σήμερα στην τελική της ευθεία. Στην προσπάθεια αυτή υπάρχουν πολλοί υποστηρικτές αλλά υπάρχουν και εκείνοι οι οποίοι εκφράζουν ενστάσεις αναφορικά με την αναγκαιότητα αλλά και τα οφέλη που μπορούν να προκύψουν για την πόλη, τους κατοίκους και τους επισκέπτες της. Εκτός αυτού, είναι αρκετοί επίσης εκείνοι οι οποίοι ενδεχομένως δεν έχουν αντιληφθεί πως πραγματικά «μεταφράζεται» αυτή η ένταξη για την ιστορία, τον πολιτισμό, την καθημερινότητα των κατοίκων αλλά και για το παρόν και το μέλλον της Κέρκυρας.

Πρόκειται για ένα μεγαλεπήβολο στόχο, ο οποίος ωστόσο πρέπει να τύχει ιδιαίτερα προσεκτικής προσέγγισης, καθώς δεν χαρακτηρίζεται μόνο από οφέλη, αλλά συνοδεύεται και από πολύ σοβαρές υποχρεώσεις και δεσμεύσεις, εκ μέρους των φορέων της Κέρκυρας και των κατοίκων της.

Ας δούμε όμως ποια είναι εκείνα τα στοιχεία, που δικαιολογούν την επιδίωξη της επίτευξης του στόχου αυτού, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις αυστηρές και σαφείς προϋποθέσεις που θέτει η ίδια η UNESCO.

Αναγκαιότητα Ένταξης

Η παλαιά πόλη της Κέρκυρας, εκτείνεται σε 70 εκτάρια και αποτελεί ένα μοναδικό πολιτιστικό σύνολο, το οποίο διακρίνεται για την υψηλή του αισθητική. Το σύνολο αυτό αναπτύχθηκε διαχρονικά, μέσα από το πέρασμα των αιώνων. Το ιδιαίτερο φυσικό κάλος, αλλά κυρίως η γεωπολιτική θέση της Κέρκυρας συντέλεσαν σε αυτό το γεγονός, καθώς το νησί αποτελούσε τον ενδιάμεσο σταθμό μεταξύ Ανατολής και Δύσης, επιτρέποντας σε διαφορετικούς πολιτισμούς να επιδράσουν εξελικτικά στην σημερινή του εικόνα. Οι επιδράσεις αυτές, αποτυπώνονται τόσο στην αρχιτεκτονική της φυσιογνωμία και υποδομή, όσο και στην κοινωνική και πνευματική φυσιογνωμία της Κέρκυρας. Η πορεία αυτή, κατέστησε την παλαιά πόλη ως ένα μοναδικό μνημείο, στο οποίο περικλείεται αφθονία πληροφοριών για τις ανθρώπινες δραστηριότητες, από την παλαιολιθική περίοδο έως και σήμερα. Σε όλη αυτή την περίοδο, διαφορετικοί πολιτισμοί διαμόρφωσαν μια ιδιαίτερη πολιτισμική σύνθεση όπως αυτή παρουσιάζεται σε όλα τα επίπεδα, με αποτέλεσμα την σημερινή μορφή του «ιστορικού κέντρου» της Κέρκυρας.

Η Κέρκυρα, ως ένα τέτοιο πολιτιστικό σύνολο, αποτελεί έναν από τους δημοφιλέστερους τουριστικούς προορισμούς, αποδεικνύοντας εμπράκτως πως προσελκύει το ενδιαφέρον επισκεπτών από κάθε γωνιά του πλανήτη. Η διάσωση και η διατήρηση αυτής της μοναδικότητας, για να περάσει άθικτη στις επόμενες γενεές, απαιτεί την ένταξη της σε ένα οργανωμένο δίκτυο προστασίας και αξιοποίησης της - το οποίο όμως διέπεται από συγκεκριμένο πλαίσιο κριτηρίων και προϋποθέσεων, όπως αυτά σαφώς προσδιορίζονται από τον διεθνή οργανισμό της UNESCO, για την ένταξη ενός μνημείου ή μιας περιοχής στον κατάλογο των «Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς».

Η παλαιά πόλη της Κέρκυρας, αποτελεί την μοναδική Ελληνική ιστορική πόλη που διατηρείται ουσιαστικά αναλλοίωτη μέχρι σήμερα, διατυπώνοντας με αυθεντικότητα στον χώρο την ιδιαίτερη ιστορική συγκυρία που τη διαμόρφωσε. Οι πολιτιστικές αξίες αυτού του μνημειακού χώρου, έχουν αναγνωριστεί από την Ελληνική Πολιτεία και προστατεύονται με τον χαρακτηρισμό του «ιστορικού διατηρητέου μνημείου» βάσει Υπουργικής Απόφασης του 1980 του Υπουργείου Πολιτισμού, ενώ παράλληλα εφαρμόζεται μια θεσμοθετημένη πολιτική προστασίας.

Η ένταξη στον κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς, προσδίδει μια διεθνή αναγνώριση σε αυτές τις αξίες και συγκεντρώνει ένα διευρυμένο, σε διεθνές επίπεδο, ενδιαφέρον για την πόλη. Ωστόσο για να κληροδοτηθεί ακέραια η πολιτιστική κληρονομιά στις επόμενες γενιές, να αναδειχθεί ο ενυπάρχοντας αρχιτεκτονικός πλούτος, οι οχυρώσεις, η ιδιαίτερη δομή της πόλης και το φυσικό περιβάλλον του Μνημείου, δεν αρκεί να διατηρείται μόνο, αλλά και να επιβεβαιώνεται διαρκώς. Η ένταξη της στην UNESCO θα εξασφαλίσει αυτή την επιβεβαίωση, αλλά και την ένταση των προσπαθειών σε θέματα προστασίας και διατήρησης, ενώ θα περιορίσει καθοριστικά αυθαίρετες επιλογές εκσυγχρονισμού και παρεμβάσεις, οι οποίες κρίνονται επικίνδυνες και ασύμβατες με τον ιδιαίτερο μνημειακό της χαρακτήρα.

Για την υλοποίηση αυτού του στόχου, απαιτείται η εφαρμογή ενός πλήρους Σχεδίου Διαχείρισης του μνημείου στο σύνολο του, το οποίο καλείται να επιλύσει ένα (ομολογουμένως δύσκολο και απαιτητικό) πρόβλημα ισορροπίας. Από τη μία πλευρά οφείλει να προστατεύει το Μνημείο και τις μοναδικές του αξίες, να αναδεικνύει τα ιδιαίτερα στοιχεία του χαρακτήρα του, να αποκαθιστά τα στοιχεία εκείνα που έχουν χαθεί ή αλλοιωθεί και να προάγει τη γνώση, τη σχετική με τις αξίες του Μνημείου, μέσω της έρευνας και της εκπαίδευσης. Από την άλλη πλευρά, οφείλει να εξασφαλίζει στους χρήστες του τις προϋποθέσεις για μια σύγχρονη ποιότητα ζωής, να βελτιώνει τις υφιστάμενες συνθήκες, να βελτιώνει υποδομές, να δίνει ευκαιρίες για ανάπτυξη και επενδύσεις, να τονώνει και να ενισχύει την τοπική οικονομία και να βρίσκει λύσεις για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη και πρόοδο της πόλης και των κατοίκων της.

Η ανάγκη λοιπόν για Προστασία και Ανάπτυξη είναι δύο κυρίαρχα ζητούμενα, για την διατήρηση του Μνημείου και την επιβίωση της πόλης.

Για την επίτευξη αυτών των στόχων, αλλά και για την διασφάλιση της εφαρμογής τους, προϋποτίθεται η εφαρμογή συγκεκριμένων βραχυπρόθεσμων και μεσοπρόθεσμων δράσεων - τόσο για το μνημείο όσο και για την ευρύτερη περιοχή - μέσω συγκεκριμένων δράσεων που προσδιορίζονται από τους εξής άξονες:

o Εφαρμογή Σχεδίου και Επιπτώσεις

o Προστασία και Διατήρηση του Μνημείου

o Τεκμηρίωση, Εκπαίδευση και Έρευνα

o Πρόσβαση και Μετακινήσεις

o Διαχείριση των Επισκεπτών

Εκτιμώντας τις ανάγκες παρεμβάσεων, οι άξονες εξειδικεύονται σε συγκεκριμένες δράσεις, οι οποίες καταγράφονται ως εξής:

o Εκπόνηση ολοκληρωμένης μελέτης φωτισμού οδών, πλατειών, χώρων στάθμευσης, φρουρίων, σημαντικών κτιρίων, κ.α για την ανάδειξη των μνημείου.

o Εκτέλεση έργου σήμανσης του ιστορικού χώρου, παρέχοντας πληροφορίες και αναδεικνύοντας τα στοιχεία που συγκροτούν την ιστορικότητα του (ιστορικές διαδρομές, σημαντικά κτίρια, αρχιτεκτονικά στοιχεία, ιστορικά γεγονότα κ.α.), διευκολύνοντας την περιήγηση και την παροχή των σχετικών με το μνημείο πληροφοριών.

o Προτεραιότητα στην επίλυση των κυκλοφοριακών προβλημάτων της πόλης, προωθώντας σειρά παράλληλων δράσεων, όπως την παράκαμψη της πόλης για την απομάκρυνση της κυκλοφορίας διέλευσης, την αποκέντρωση των δημόσιων υπηρεσιών, την ενίσχυση και τον εκσυγχρονισμό, αλλά και τον συντονισμό όλων των δημόσιων συγκοινωνιών, την επέκταση των πεζοδρομήσεων στο εσωτερικό του μνημείου, Χώρους στάθμευσης, βελτίωση της εικόνας των οδικών αξόνων εισόδου στην πόλη και αύξηση των παροχών πληροφόρησης και ενημέρωσης προς τους εισερχόμενους στο Μνημείο, στα σημεία εισόδου. Έτσι θα εξασφαλίζεται ευκολία πρόσβασης αλλά και περιήγησης στο Μνημείο.

o Διαμόρφωση συνθηκών για την χρήση ποδηλάτου, διευκόλυνση των ΑΜΕΑ με εξασφάλιση πρόσβασης σε κάθε δημόσιο χώρο και κτίριο.

o Προώθηση ερευνητικών προγραμμάτων και εργασιών, σχετικά με ζητήματα που αφορούν στο Μνημείο, προκειμένου να βελτιώνεται διαρκώς η γνώση για την ιστορία, την αρχιτεκτονική, τον γενικότερο χαρακτήρα, την παρούσα κατάσταση και την κατεύθυνση των υπευθύνων διαχείρισης σε σωστές διαχειριστικές αποφάσεις.

o Εφαρμογή νέων ψηφιακών τεχνολογιών, για την πλήρη ενημέρωση του κοινού και των επισκεπτών του μνημείου, με ανάπτυξη ιστοσελίδας και άλλων σύγχρονων μεθόδων, όπως η τοποθέτηση συμπληρωματικών ηλεκτρονικών περιπτέρων πληροφόρησης και συνεχής εμπλουτισμός της τράπεζας δεδομένων.

o Εμπλουτισμός των εκπαιδευτικών προγραμμάτων των σχολείων όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης, αναφορικά με την ιστορία και την πολιτιστική κληρονομιά γενικότερα,

o Προώθηση προγραμμάτων κατάρτισης για τη στήριξη και ανάπτυξη των τοπικών παραδοσιακών τεχνών και επαγγελμάτων που σχετίζονται με το Μνημείο και τα επιμέρους στοιχεία του.

o Ίδρυση «μουσείου πόλης» όπου θα εκτίθενται σημαντικός αριθμός στοιχείων για την ιστορία της πόλης (κείμενα, αντικείμενα, αρχεία, βιβλία, φωτογραφίες, συλλογές κ.λ.π.)

o Βελτίωση του υπάρχοντος σχεδίου για την καθαριότητα του μνημείου, όπως η αποκομιδή των απορριμμάτων, ο καθαρισμός οδών, πλατειών, και λοιπών κοινόχρηστων χώρων

Όλα όσα προαναφέρθηκαν, θα συμβάλλουν καθοριστικά στην προστασία, ανάδειξη και βελτίωση των συνθηκών εντός του Μνημείου αλλά και της πόλης ευρύτερα, για τους χρήστες της, τους κατοίκους, όσο φυσικά και για τους επισκέπτες, ενώ σε ότι αφορά στους επισκέπτες, ο αριθμός τους αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά, τονώνοντας την τοπική οικονομία και συμβάλλοντας στην οικονομική ανάπτυξη. Επίσης η γνωριμία τους με το Μνημείο και τις αξίες του, θα βοηθήσει στη διάδοση της σχετικής με το μνημείο γνώσης και θα προάγει τα σχετικά με την Πολιτιστική Κληρονομιά θέματα.

Μέσα από όλες τις σχεδιαζόμενες παρεμβάσεις, θα δίνεται στον επισκέπτη του Μνημείου, η δυνατότητα να γνωρίσει όσο το δυνατό μεγαλύτερο μέρος του μνημείου, να αποκομίσει τη μεγαλύτερη δυνατή γνώση, να ψυχαγωγηθεί και να ζήσει όλες τις εκφάνσεις και δραστηριότητες που λαμβάνουν χώρα εντός αυτού.

Ουσιαστικά λοιπόν, αναμένεται να επιτευχθεί μια κατακόρυφη αναβάθμιση ενός παρεχόμενου προϊόντος υψηλών προδιαγραφών, σε όλα τα επίπεδα, καθώς αποτελεί και προϋπόθεση για την ολοκληρωμένη και αποτελεσματική διαχείριση του μνημείου. Αυτό θα ισχύσει αρχικά εντός των ορίων του μουσείου, θα αποτελέσει όμως τον πιλότο για το σύνολο του Νομού.

Επιπλέον, το Σχέδιο Διαχείρισης έχει μεταξύ άλλων ως προτεραιότητα την Προστασία του Μνημείου, μέσα από μια μακροπρόθεσμη οργάνωση και σχεδιασμό, με την ενεργή συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας και των επισκεπτών.

Ωστόσο, η εφαρμογή του Σχεδίου Διαχείρισης απαιτεί μεταξύ άλλων και την εκτίμηση όλων των παραμέτρων και των επιπτώσεων σε βραχυπρόθεσμη, μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη βάση.

Έτσι, στο πλαίσιο της εφαρμογής του εν λόγω Σχεδίου Διαχείρισης του Μνημείου, ιδιαίτερο βάρος θα πρέπει να δοθεί στην επάρκεια και την καταλληλότητα του υφιστάμενου θεσμικού πλαισίου προστασίας και της ανάπτυξης της Παλαιάς Πόλης της Κέρκυρας. Ενδεχόμενη είναι και η αναγκαιότητα για την ενίσχυση, τον εμπλουτισμό ή τον εκσυγχρονισμό των μέτρων που υφίστανται, αλλά και των πολιτικών που εφαρμόζονται, ώστε το Σχέδιο Διαχείρισης να καταστεί σύγχρονο και αποτελεσματικό.

Επίσης, οι παρεμβάσεις βελτίωσης της εμφάνισης του Μνημείου, των προσβάσεων προς αυτό, των υποδομών, των εξυπηρετήσεων, κ.λ.π. ενδέχεται να απειλήσουν και να αλλοιώσουν το χαρακτήρα του. Επομένως, κρίνεται αναγκαία η χρήση ενός συστήματος συνολικού ελέγχου των δράσεων για τη βελτίωση του Μνημείου, στο πλαίσιο εφαρμογής του Σχεδίου Διαχείρισης, ενώ για την αποφυγή δυσάρεστων αποτελεσμάτων, πρέπει να υπάρχει αυστηρή εποπτεία και προδιαγραφές για τις αναπτυξιακές επιλογές, οι οποίες οφείλουν να είναι βασισμένες σε μια προσεκτική ανάλυση των μοναδικών αξιών του φυσικού και δομημένου περιβάλλοντος του Μνημείου.

Η αυστηρή και συστηματική εποπτεία είναι απαραίτητη για την προστασία και την ορθή διαχείριση. Για το λόγο αυτό η UNESCO, έχει εφαρμόσει το σύστημα εξαετών περιοδικών αναφορών, μέσω των οποίων θα τεκμηριώνεται η υφιστάμενη κατάσταση σε όλα τα μνημεία της Παγκόσμιας Κληρονομιάς και θα καθορίζονται οι διαδικασίες για τη διαχείριση τους, σε εθνικό, και τοπικό επίπεδο. Αντίστοιχα, ο συχνός έλεγχος σε τοπικό επίπεδο, είναι πολύ χρήσιμος, γιατί μπορεί να αποτραπούν ανεπιθύμητες φθορές στο Μνημείο και να εξασφαλιστεί η επιτυχημένη εφαρμογή του Σχεδίου Διαχείρισης, επικαιροποιώντας τη γνώση μας για το ίδιο το Μνημείο και τις ανάγκες του.

Εδώ λοιπόν αναδεικνύεται το μέγεθος της ευθύνης και των υποχρεώσεων της τοπικής κοινωνίας, η οποία καλείται αφ' ενός να έχει ως μέλημα την προστασία του Μνημείου και την πιστή εφαρμογή όλων των προϋποθέσεων που συνοδεύουν την διατήρηση του στον Κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO και αφ' ετέρου, να συμβάλει στην αποτελεσματικότητα των ελεγκτικών μηχανισμών για την προστασία και τη σωστή διαχείριση του. Η συμβολή της τοπικής κοινωνίας είναι πέρα από κάθε συζήτηση ο πλέον σημαντικός παράγοντας από όλους, καθώς η πλειοψηφία των ιστορικών ιδιοκτησιών ανήκει σε ιδιώτες. Εξάλλου, η τοπική κοινωνία είναι αυτή που θα ευεργετηθεί από τα οφέλη των επεμβάσεων αναβάθμισης και ανάδειξης του χώρου. Άρα, η ενεργοποίηση της στις διαδικασίες διαχείρισης έχει ιδιαίτερη βαρύτητα, για την επίτευξη του στόχου και την μόνιμη επιτυχία του όλου εγχειρήματος. Η ενημέρωση και η συνεχής πληροφόρηση όλων των ομάδων της τοπικής κοινωνίας, σχετικά με τις ιδιαιτερότητες και τις πολιτισμικές αξίες του Μνημείου, και η εξασφάλιση της συναίνεσης τους σχετικά με τη λήψη μέτρων για την προώθηση, ανάπτυξη, προστασία και διατήρηση του Μνημείου πρέπει να καλλιεργηθεί ακόμη περισσότερο. Επίσης πρέπει να ενθαρρυνθεί η συμμετοχή τους σε κάθε δράση αποκατάστασης και ανάδειξης, ενώ είναι αναγκαίο να έχει προηγηθεί η διαβεβαίωση και η πλήρης ενημέρωση της τοπικής κοινωνίας σχετικά με τα πολιτιστικά και οικονομικά οφέλη που θα προκύψουν, σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο. Σε κάθε περίπτωση αυτό που πρέπει να γίνει συνείδηση σε όλους μας είναι ότι μέσα από τη διαδικασία αυτή, η πόλη θα αναδειχθεί σε πόλο έλξης για ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων, που θα σχετίζονται με την εκπαίδευση, τον πολιτισμό, την ψυχαγωγία, την επικοινωνία, τον αθλητισμός κ.α.

Η Διαχείριση των Κινδύνων, αποτελεί επίσης μια σημαντική παράμετρος, η οποία χρίζει ένταξης σε ένα Τοπικό Σχέδιο Πολιτικής Προστασίας για την αντιμετώπιση των κινδύνων από φυσικές καταστροφές, που ενδέχεται να απειλήσουν το Μνημείο (σεισμοί, πυρκαγιές, πλημμύρες κ.α.) στα πρότυπα του Γενικού Σχεδίου Εκτάκτων Αναγκών «ΞΕΝΟΚΡΑΤΗΣ». Επιβεβλημένη κρίνεται επίσης, η πλήρης αποτίμηση των μελλοντικών κινδύνων αναφορικά με την αλλαγή χρήσεων γης, αλλοίωση του κοινωνικού ιστού, κινδύνους επισκεπτικών και οικιστικών πιέσεων αλλά και όσων αλλαγών διοικητικών ή πολιτικών, μπορούν να προκύψουν από την εφαρμογή των δράσεων του Σχεδίου Διαχείρισης κ.α. Ως εκ τούτου, πέρα των φυσικών καταστροφών, πρέπει να υπάρξει πρόνοια για τη λήψη μέτρων προληπτικού χαρακτήρα, ώστε να εξασφαλισθεί η συνεχής επικαιροποίηση, ο συντονισμός και ο εμπλουτισμός των υφιστάμενων σχεδίων, με στόχο την απόλυτη διασφάλιση της επιβίωσης του μνημείου.

Επιπλέον, η αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών για την έρευνα, την μελέτη και την συγκέντρωση αλλά και την προστασία όλων των αρχείων και πληροφοριών (προφορικός λόγος, προσωπικά αρχεία, γκραβούρες, κείμενα, φωτογραφίες κ.α.) αναφορικά με το Μνημείο, αλλά και η ολοκληρωμένη διαχείριση τους και η συνεχής και πλήρης διάχυση τους, θα μεγιστοποίηση την γνώση για το Μνημείο.

Η οριοθέτηση, με τον καθορισμό των ορίων του μνημείου και της αντίστοιχης ζώνης προστασίας, του μνημείου, αλλά και η θεσμική προστασία του, με την πλήρη εφαρμογή του πλαισίου που αφορά την προστασίας του Μνημείου στο σύνολο του (όπως π.χ. η αναθεώρηση του σχεδίου πόλης), εξασφαλίζει ισορροπία μεταξύ της διατήρησης του ιδιαίτερου χαρακτήρα του μνημείου αλλά και των απαιτήσεων μιας ζωντανής και σύγχρονης πόλης.

Αξιολόγηση της μεταβολής

Η παλαιά πόλη-μνημείο, ως ένας συνεχώς αναπτυσσόμενος οργανισμός, επιδέχεται μεταβολές οι οποίες προκύπτουν αναπόφευκτα από την ανάπτυξη. Αυτές οι μεταβολές πρέπει να εκτιμώνται, ώστε να είμαστε σε θέση να τις αναπροσαρμόζουμε στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του μνημείου, ενώ κάθε μελλοντική επέμβαση πρέπει να ελέγχεται ως προς το χαρακτήρα και την αναγκαιότητά της.

Εκτός αυτού, η σύγχρονη ανάπτυξη προϋποθέτει τη διεύρυνση των απαιτήσεων των μελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων, ώστε να λειτουργούν ως ουσιαστικό εργαλείο αποτίμησης των επιπτώσεων μεγάλων αναπτυξιακών σχεδίων και τεχνικών έργων, τόσο ως προς το φυσικό όσο και ως προς το δομημένο περιβάλλον.

Είναι λοιπόν σαφές ότι τα ζητήματα της προστασίας του Μνημείου, που εξασφαλίζουν ότι αυτό διατηρείται στις καλύτερες δυνατές συνθήκες και ότι οι λόγοι για την εγγραφή του στον κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς εξακολουθούν να ισχύουν - πέρα από το γεγονός ότι αποτελούν βασική προτεραιότητα του σχεδίου διαχείρισης - προϋποθέτουν την αρμονική συνεργασία των φορέων της πόλης αλλά και την απόλυτη κατανόηση, συμμετοχή και σύμπραξη της τοπικής κοινωνίας.

Όπως έχει γίνει αντιληπτό σε όλους μας, η επίτευξη της ένταξης της Παλαιάς Πόλης της Κέρκυρας, στον Κατάλογο των Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, είναι ένα πραγματικά σπουδαίο γεγονός από μόνο του. Ωστόσο, πρέπει να γίνει εξίσου αντιληπτό πως έστω και αν επιτευχθεί αυτή η επιδίωξη μας, θα χρειαστεί σκληρή και συλλογική προσπάθεια από όλους μας, ώστε να διατηρήσουμε αυτό το μοναδικό πλεονέκτημα. Θεωρώ ότι τα οφέλη που θα προκύψουν, έχουν εν πολλοίς ένα χαρακτήρα «αυτονόητου». Εκείνο όμως το οποίο πρέπει να γίνει απόλυτα σαφές και αντιληπτό, είναι πως η εκμετάλλευση αυτών των ωφελειών, η διατήρηση των όποιων προνομίων και τελικά η ανάπτυξη, η ευημερία και το ίδιο το μέλλον της πόλης μας, εξαρτώνται αποκλειστικά και μόνον από εμάς. Εξαρτώνται από τους ίδιους τους πολίτες, τους επισκέπτες, τους χρήστες αλλά και αυτούς που έχουν την ευθύνη της διαχείρισης του μνημείου και της πόλης. Είναι μια συνολική ευθύνη, μια συνολική πρόκληση, ένα δώρο το οποίο μας χάρισε η ιστορία και το παρελθόν μας και εμείς καλούμαστε να το σεβαστούμε και να προσαρμόσουμε τις ανάγκες μας, τις συνήθειες μας, τους στόχους μας, σε αυτό το μοναδικό και πολύτιμο περιβάλλον που μας προσφέρθηκε απλόχερα για να ζήσουμε. Έμπρακτα λοιπόν, η εν λόγω ένταξη θα σημάνει την αναγέννηση του τόπου μας, αλλά και της ποιότητας ζωής του κάθε ενός μας ξεχωριστά.

 

(Τα συμπεράσματα και οι αναφορές του παρόντος κειμένου, αποτέλεσαν το αντικείμενο της συζήτησης που πραγματοποιήθηκε μεταξύ της βουλευτή Κέρκυρας του ΠΑΣΟΚ Άντζελας Γκερέκου και της επιθεωρήτριας της UNESCO κ. Colletta, κατά τη διάρκεια της επίσκεψης της τελευταίας, στην Κέρκυρα. Ύστερα από αυτή τη συζήτηση, η κ. Γκερέκου εξέφρασε την αισιοδοξία της για το θετικό αποτέλεσμα του εγχειρήματος. Πηγή πληροφόρησης για το κείμενο αυτό αποτέλεσε μεταξύ άλλων, το εγχειρίδιο του Σχεδίου Δράσης 2006-2012 που έχει εκδοθεί από το Δήμο Κερκυραίων, το Τεχνικό Επιμελητήριο–Τμήμα Κέρκυρας και το Υπουργείο Πολιτισμού)